Δυο στα φινλανδικά

Μετάφραση: δυο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaksi, kaks, kahden, kahta, kahdesta, kahteen
Δυο στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυο

δυο εγωισμοι, δυο ξενοι επεισοδια, δυο ψυχες τσανακλιδου, δυο μερες μονο στιχοι, δυο ψεματα, δυο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, δυο στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • δυνατά στα φινλανδικά - voimakkaasti, vahvasti, kovaäänisesti, äänekkäästi, ääneen, kovaa, kovalla äänellä
  • δυνατός στα φινλανδικά - tehokas, kukkea, jykevä, riski, voimakas, valloittamaton, terhakka, ...
  • δυσάρεστος στα φινλανδικά - vastenmielinen, epämiellyttävä, kelju, epämiellyttävää, aiheuttaa epämiellyttävää
  • δυσανάγνωστος στα φινλανδικά - sotkuinen, epäselvä, lukukelvoton, voi lukea, lukukelvottomia, lukukelvottomaksi
Τυχαίες λέξεις
Δυο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kaksi, kaks, kahden, kahta, kahdesta, kahteen