Βότανο στα πολωνικά
Μετάφραση: βότανο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
trójząb, zioło, ziele, herb, Jurek, zioła
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βότανο
βότανο για το συκώτι, βότανο forskolin, βότανο αρτεμισία, βότανο τριβόλι, βότανο st john’s wort, βότανο λεξικό γλώσσας πολωνικά, βότανο στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- βόρειος στα πολωνικά - północny, północ, na północ, na północny, północno
- βόσκω στα πολωνικά - przeszukiwać, zadraśnięcie, przeglądać, wertować, rozglądać, Przeglądanie, browsing, ...
- βότσαλο στα πολωνικά - garsonka, kamyk, żwir, gont, otoczak, żwirowa, żwirkowa
- βύθισμα στα πολωνικά - łyk, ciąg, wyporność, przeciąg, zanurzenie, przewiew, haust, ...
Τυχαίες λέξεις
Βότανο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: trójząb, zioło, ziele, herb, Jurek, zioła
Μεταφράσεις: trójząb, zioło, ziele, herb, Jurek, zioła