Βότανο στα τσεχικά
Μετάφραση: βότανο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tráva, rostlina, bylina, bylinu, bylinkovým, bylinný, herb
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βότανο
βότανο για το συκώτι, βότανο forskolin, βότανο αρτεμισία, βότανο τριβόλι, βότανο st john’s wort, βότανο λεξικό γλώσσας τσεχικά, βότανο στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- βόρειος στα τσεχικά - severní, sever, severně, na sever, severu
- βόσκω στα τσεχικά - oděrka, listovat, pročítat, poškrábat, pást, odřenina, škrábnutí, ...
- βότσαλο στα τσεχικά - štěrk, šindel, oblázek, oblázková, oblázkové, oblázky, pebbly
- βύθισμα στα τσεχικά - náčrt, tah, tažení, doušek, návrh, návrhu, předloha, ...
Τυχαίες λέξεις
Βότανο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: tráva, rostlina, bylina, bylinu, bylinkovým, bylinný, herb
Μεταφράσεις: tráva, rostlina, bylina, bylinu, bylinkovým, bylinný, herb