Τουφέκι στα πολωνικά

Μετάφραση: τουφέκι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rusznica, gwintować, porywać, strzelba, karabin, fuzja, sztucer, zrabować, nagwintować, obrabować, porwać, muszkiet, Rifle, strzeleckie, karabinu
Τουφέκι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τουφέκι

τουφέκι μάνλιχερ, τουφέκι ελεύθερους σκοπευτές, τουφέκι του 1821, τουφέκι βικιπαίδεια, τυφέκιο fn, τουφέκι λεξικό γλώσσας πολωνικά, τουφέκι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • τουρσί στα πολωνικά - zasolić, marynata, bejcować, korniszon, marynować, zabejcować, kisić, ...
  • τουρτουρίζω στα πολωνικά - kawałek, drżeć, dreszcz, trząść, ułamek, drgnienie, drżenie, ...
  • τούβλο στα πολωνικά - głupiec, nieuk, tępak, cegła, ceglany, kostka, cegły, ...
  • τούνδρα στα πολωνικά - tundra, tundry, tundraand, tundrze
Τυχαίες λέξεις
Τουφέκι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rusznica, gwintować, porywać, strzelba, karabin, fuzja, sztucer, zrabować, nagwintować, obrabować, porwać, muszkiet, Rifle, strzeleckie, karabinu