Άοπλος στα ρουμανικά

Μετάφραση: άοπλος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
neînarmat, neînarmați, neînarmată, neînarmate, fără arme
Άοπλος στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άοπλος

άοπλος στο στρατό, ι3 άοπλος, άοπλος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, άοπλος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • άξιος στα ρουμανικά - vrednic, demn, demnă, demne, vrednici
  • άξονας στα ρουμανικά - lance, rază, osie, axă, axa, axe, axei, ...
  • άπατος στα ρουμανικά - shortchange, sărăcește, sărăcește pe, înlocuim
  • άπαχος στα ρουμανικά - slab, sărac, macră, slabă, lean
Τυχαίες λέξεις
Άοπλος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: neînarmat, neînarmați, neînarmată, neînarmate, fără arme