Εξαναγκασμός στα ρουμανικά
Μετάφραση: εξαναγκασμός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
constrângere, coerciție, constrângerea, coerciția, coerciției
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαναγκασμός
εξαναγκασμός σε οικειοθελή αποχώρηση, ψυχολογικός εξαναγκασμός, εξαναγκασμός σημασια, εξαναγκασμός σε απόλυση, εξαναγκασμός σε παραίτηση, εξαναγκασμός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εξαναγκασμός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- εξαλείφω στα ρουμανικά - șterge, șteargă, umbri, suprime, eclipsase
- εξαναγκάζω στα ρουμανικά - marcă, crea, forţă, for, sili, forţa, teroriza, ...
- εξαντλημένος στα ρουμανικά - obosit, epuizat, epuizate, epuizarea, epuizată, la epuizarea
- εξαντλώ στα ρουμανικά - prost, obosi, sevă, evacuare, de evacuare, eșapament, de eșapament, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξαναγκασμός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: constrângere, coerciție, constrângerea, coerciția, coerciției
Μεταφράσεις: constrângere, coerciție, constrângerea, coerciția, coerciției