Σαρκαστικός στα σλοβακικά

Μετάφραση: σαρκαστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
leptavý, sarkastický, sarkazmus, sarkastiký
Σαρκαστικός στα σλοβακικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαρκαστικός

σαρκαστικός σημασία, σαρκαστικός συνώνυμο, σαρκαστικός λεξικό γλώσσας σλοβακικά, σαρκαστικός στα σλοβακικά

Μεταφράσεις

  • σαρκάζω στα σλοβακικά - nepravý, posmievať, vysmievať, posmívat
  • σαρκασμός στα σλοβακικά - sarkazmus, sarkazmu
  • σαρκικός στα σλοβακικά - pohlavní, Masia, mäsité, Masi, Maši, Máše
  • σαρκοβόρος στα σλοβακικά - mäsožravý
Τυχαίες λέξεις
Σαρκαστικός στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: leptavý, sarkastický, sarkazmus, sarkastiký