Εμφυσώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: εμφυσώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vzgoja, Utuviti, vtisne v zavest ljudi, je vzgoja, vtisniti v spomin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμφυσώ
εμφυσώ συνώνυμα, εμφυσώ συνώνυμο, εμφυσώ μετάφραση, εμφυσώ βικιλεξικο, εμφυσώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εμφυσώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- εμφατικός στα σλοβενικά - Poudarjeno, emphatic, odločno, zanosne, Nedvosmislen
- εμφιαλώνω στα σλοβενικά - steklenica, steklenice, plastenke, steklenic, stekleničke, stekleničk
- εμφυτεύω στα σλοβενικά - seme, implantát, jádro, implant, vsadek, implantat, vsadka, ...
- εμψυχώνω στα σλοβενικά - oživit, Oživiti, reanimacijo
Τυχαίες λέξεις
Εμφυσώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vzgoja, Utuviti, vtisne v zavest ljudi, je vzgoja, vtisniti v spomin
Μεταφράσεις: vzgoja, Utuviti, vtisne v zavest ljudi, je vzgoja, vtisniti v spomin