Εμφυσώ στα τσεχικά
Μετάφραση: εμφυσώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vstřikovat, vystříkat, vstříknout, vštípit, vštěpovat, kázat, vštěpování, vštěpuje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμφυσώ
εμφυσώ συνώνυμα, εμφυσώ συνώνυμο, εμφυσώ μετάφραση, εμφυσώ βικιλεξικο, εμφυσώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, εμφυσώ στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εμφατικός στα τσεχικά - výrazný, rozhodný, energický, důrazný, důrazné, důrazná, důraznější, ...
- εμφιαλώνω στα τσεχικά - bomba, flaška, lahvička, láhev, láhve, lahve, lahví, ...
- εμφυτεύω στα τσεχικά - semeno, naočkovat, zasadit, zrno, implantovat, semínko, sperma, ...
- εμψυχώνω στα τσεχικά - živý, podnítit, vzkřísit, oduševnit, oživit, povzbudit, reanimate, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμφυσώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vstřikovat, vystříkat, vstříknout, vštípit, vštěpovat, kázat, vštěpování, vštěpuje
Μεταφράσεις: vstřikovat, vystříkat, vstříknout, vštípit, vštěpovat, kázat, vštěpování, vštěpuje