Εμφυσώ στα τούρκικα

Μετάφραση: εμφυσώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
telkin etmek, telkin, aşılamak, benimsetmek, inculcate
Εμφυσώ στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμφυσώ

εμφυσώ συνώνυμα, εμφυσώ συνώνυμο, εμφυσώ μετάφραση, εμφυσώ βικιλεξικο, εμφυσώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, εμφυσώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εμφατικός στα τούρκικα - vurgulu, empatik, empati, empatik bir, emphatic
  • εμφιαλώνω στα τούρκικα - şişe, şişeler, şişeleri, bottles, şişelerin
  • εμφυτεύω στα τούρκικα - tohum, sperma, meni, dane, implant, implantı, implantın
  • εμψυχώνω στα τούρκικα - yeniden canlandırmak, canlandırmak, yeniden canlandırabilirsiniz, canlandırmaya, yeniden canlandırma
Τυχαίες λέξεις
Εμφυσώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: telkin etmek, telkin, aşılamak, benimsetmek, inculcate