Δρομέας στα τούρκικα
Μετάφραση: δρομέας, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
koşucu, runner, koşucusu, atlet, yolluk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δρομέας
δρομέας ποδήλατα, δρομέας άγαλμα, δρομέας τουριστικό γραφείο, δρομέας θεσσαλονίκη, δρομέας καρέκλες, δρομέας λεξικό γλώσσας τούρκικα, δρομέας στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δριμύτητα στα τούρκικα - şiddet, şiddeti, ciddiyeti, şiddetinin, şiddetine
- δρομάκι στα τούρκικα - geçit, Alley, sokak, salonu, salonuna
- δρομολόγιο στα τούρκικα - yol, güzergah, itinerary, güzergahı, yol rehberimizi
- δροσερός στα τούρκικα - küstah, taze, serinletmek, yüzsüz, yeni, serin, soğutmak, ...
Τυχαίες λέξεις
Δρομέας στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: koşucu, runner, koşucusu, atlet, yolluk
Μεταφράσεις: koşucu, runner, koşucusu, atlet, yolluk