Εγκαρτέρηση στα τούρκικα
Μετάφραση: εγκαρτέρηση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
azim, sebat, azimle, azmi, azimleri
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαρτέρηση
εγκαρτέρηση συνώνυμα, εγκαρτέρηση λεξικό γλώσσας τούρκικα, εγκαρτέρηση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εγκαινιάζω στα τούρκικα - açık, açmak, açılış yapmak, açılışını, açılışı, atma töreni, başlatacağını
- εγκαλώ στα τούρκικα - suçlamak, arraign, kusur bulmak, suçla, mahkemeye vermek
- εγκατάλειψη στα τούρκικα - terk, vazgeçme, terk etme, terk edilmesi, terk edilme
- εγκατάσταση στα τούρκικα - montaj, yükleme, kurulum, kurulumu, tesisat
Τυχαίες λέξεις
Εγκαρτέρηση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: azim, sebat, azimle, azmi, azimleri
Μεταφράσεις: azim, sebat, azimle, azmi, azimleri