Εργατικός στα τσεχικά

Μετάφραση: εργατικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pilný, pracovitý, přičinlivý, neúnavný, horlivý, pečlivý, snaživý, vytrvalý, pracovití, pracovitá, pracovité
Εργατικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εργατικός

εργατικός νόμος, εργατικός αγώνας blogspot, εργατικός αγώνας, εργατικός κώδικας, εργατικός τουρισμός, εργατικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, εργατικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • εργασία στα τσεχικά - dílo, zpracovat, pracovat, hníst, užití, lopota, úloha, ...
  • εργαστήριο στα τσεχικά - laboratoř, laboratorní, laboratoře, laboratoři, laboratoří
  • εργοδηγός στα τσεχικά - mistr, šéf, starý muž, gaffer, osvětlovač
  • εργοδότης στα τσεχικά - zaměstnavatel, zaměstnavatele, zaměstnavatelem, zaměstnavateli
Τυχαίες λέξεις
Εργατικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pilný, pracovitý, přičinlivý, neúnavný, horlivý, pečlivý, snaživý, vytrvalý, pracovití, pracovitá, pracovité