Στρέμμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: στρέμμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
акр
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρέμμα
στρέμμα σε μέτρα, στρέμμα acre, στρέμμα translation, στρέμμα wikipedia, στρέμμα σε εκτάρια, στρέμμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στρέμμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- στοχαστικός στα λευκορωσικά - сузіральны, кантэмпляцыйы
- στοχεύω στα λευκορωσικά - мэта, мэту
- στρέψη στα λευκορωσικά - скрут, кручэння
- στρίβω στα λευκορωσικά - араць, бегчы, збегчы, ўцякаць
Τυχαίες λέξεις
Στρέμμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: акр
Μεταφράσεις: акр