Στρέμμα στα αλβανικά
Μετάφραση: στρέμμα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
akër, acre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρέμμα
στρέμμα σε μέτρα, στρέμμα acre, στρέμμα translation, στρέμμα wikipedia, στρέμμα σε εκτάρια, στρέμμα λεξικό γλώσσας αλβανικά, στρέμμα στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- στοχαστικός στα αλβανικά - soditës, ëndërrimtar, meditues, soditëse, kundruese
- στοχεύω στα αλβανικά - shenjë, nishan, qëllim, objektiv, objektivi, synuar, të synuar, ...
- στρέψη στα αλβανικά - rrotullim, përdredhjeje, perdredhja, përdredhje, rezistencë përdridhjeje
- στρίβω στα αλβανικά - rrotullim, kthej, vrapoj, arratisem
Τυχαίες λέξεις
Στρέμμα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: akër, acre
Μεταφράσεις: akër, acre