Στρέμμα στα λατινικά

Μετάφραση: στρέμμα, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ager
Στρέμμα στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρέμμα

στρέμμα σε μέτρα, στρέμμα acre, στρέμμα translation, στρέμμα wikipedia, στρέμμα σε εκτάρια, στρέμμα λεξικό γλώσσας λατινικά, στρέμμα στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • στρίβω στα λατινικά - vicis, roto
Τυχαίες λέξεις
Στρέμμα στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: ager