Στρέμμα στα ουγγρικά

Μετάφραση: στρέμμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
acre, hektáros, hektár, hold, hektárnyi
Στρέμμα στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρέμμα

στρέμμα σε μέτρα, στρέμμα acre, στρέμμα translation, στρέμμα wikipedia, στρέμμα σε εκτάρια, στρέμμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στρέμμα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • στοχαστικός στα ουγγρικά - elmélkedő, szemlélődő, kontemplatív, szemlélõdõ, a szemlélődő
  • στοχεύω στα ουγγρικά - célpont, cél, célt, célkitűzés, megcélzott, célzott
  • στρέψη στα ουγγρικά - csavarás, torziós, a torziós, csavarodás, csavaró
  • στρίβω στα ουγγρικά - megfordulás, ijedtség, esztergapad, rohan, scoot
Τυχαίες λέξεις
Στρέμμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: acre, hektáros, hektár, hold, hektárnyi