Δουκάτο στα αλβανικά
Μετάφραση: δουκάτο, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dukat, Dukatit, Dukatin, Dukati, të Dukatit
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δουκάτο
δουκάτο νέων πατρών, δουκάτο λευκάδα, δουκάτο νόμισμα, δουκάτο πικέρμι, δουκάτο μπυραρία, δουκάτο λεξικό γλώσσας αλβανικά, δουκάτο στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- δοσοληψία στα αλβανικά - transaksion, transaksioni, transaksionit, e transaksionit, transaksion i
- δοσολογία στα αλβανικά - dozim, dozë, doza, dozen, e dozës
- δουλεία στα αλβανικά - robëri, varësi e plotë, skallavëri, robëria, skllavërisë, skllavëri
- δουλειά στα αλβανικά - vepër, hall, detyrë, punoj, punë, puna, të punës, ...
Τυχαίες λέξεις
Δουκάτο στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: dukat, Dukatit, Dukatin, Dukati, të Dukatit
Μεταφράσεις: dukat, Dukatit, Dukatin, Dukati, të Dukatit