Δουκάτο στα νορβηγικά
Μετάφραση: δουκάτο, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hertugdømme, hertugdømmet, duchy, hertugdømmets
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δουκάτο
δουκάτο νέων πατρών, δουκάτο λευκάδα, δουκάτο νόμισμα, δουκάτο πικέρμι, δουκάτο μπυραρία, δουκάτο λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δουκάτο στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- δοσοληψία στα νορβηγικά - trafikk, ferdsel, handel, transaksjonen, transaksjon, transaksjons, transaksjoner, ...
- δοσολογία στα νορβηγικά - dose, dosering, doserings, dosen
- δουλεία στα νορβηγικά - trelldom, slaveri, bondage, fangenskap, trelldommen
- δουλειά στα νορβηγικά - butikk, anliggende, arbeide, beskjeftigelse, jobb, arbeid, forretning, ...
Τυχαίες λέξεις
Δουκάτο στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: hertugdømme, hertugdømmet, duchy, hertugdømmets
Μεταφράσεις: hertugdømme, hertugdømmet, duchy, hertugdømmets