Καταπίεση στα αλβανικά
Μετάφραση: καταπίεση, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtypje, shtypja, shtypjes, shtypjen, shtypja e
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπίεση
καταπίεση αντώνυμο, καταπίεση ποινικόσ κώδικασ, καταπίεση γονέων, καταπίεση γυναικών, καταπίεση λεξικό, καταπίεση λεξικό γλώσσας αλβανικά, καταπίεση στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- κατανόηση στα αλβανικά - kuptim, mirëkuptim, kuptuarit, të kuptuarit, kuptimi
- καταπέλτης στα αλβανικά - katapultë
- καταπίνω στα αλβανικά - kullufit, gëlltitje, gëlltisë, gëlltitni, përtypë, gëlltit
- καταπατητής στα αλβανικά - që rri galiç, rri galiç, banor i përligjshëm, pushtues e tokës së tjetrit
Τυχαίες λέξεις
Καταπίεση στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shtypje, shtypja, shtypjes, shtypjen, shtypja e
Μεταφράσεις: shtypje, shtypja, shtypjes, shtypjen, shtypja e