Ταυτόχρονος στα αλβανικά

Μετάφραση: ταυτόχρονος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i njëkohshëm, njëkohshme, njëkohshëm, simultan, të njëkohshme
Ταυτόχρονος στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονος

ταυτόχρονος θηλασμός, ταυτόχρονος αγγλικά, ταυτόχρονος δημόσιος θηλασμός 2012, ταυτόχρονος θηλασμός 2012, ταυτόχρονοσ προγραμματισμόσ, ταυτόχρονος λεξικό γλώσσας αλβανικά, ταυτόχρονος στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • ταυτότητα στα αλβανικά - identitet, identiteti, identitetin, identitetit, identiteti i
  • ταυτόχρονα στα αλβανικά - njëherësh, njëjtën kohë, të njëjtën kohë, njëkohësisht, në të njëjtën kohë
  • ταφή στα αλβανικά - varrim, varrimit, varrimi, e varrimit, varrimin
  • ταφόπετρα στα αλβανικά - gur varri, varri
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i njëkohshëm, njëkohshme, njëkohshëm, simultan, të njëkohshme