Ταυτόχρονος στα ισπανικά

Μετάφραση: ταυτόχρονος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
simultáneo, simultánea, simultáneamente, simultáneas, simultáneos
Ταυτόχρονος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονος

ταυτόχρονος θηλασμός, ταυτόχρονος αγγλικά, ταυτόχρονος δημόσιος θηλασμός 2012, ταυτόχρονος θηλασμός 2012, ταυτόχρονοσ προγραμματισμόσ, ταυτόχρονος λεξικό γλώσσας ισπανικά, ταυτόχρονος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ταυτότητα στα ισπανικά - identificación, identidad, la identidad, de identidad, identidad de
  • ταυτόχρονα στα ισπανικά - simultáneamente, mismo tiempo, al mismo tiempo, simultánea, forma simultánea
  • ταφή στα ισπανικά - entierro, sepultura, enterramiento, el entierro, de entierro
  • ταφόπετρα στα ισπανικά - lápida sepulcral, lápida, lápida mortuaria, gravestone, lápida de
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: simultáneo, simultánea, simultáneamente, simultáneas, simultáneos