Ταυτόχρονος στα γαλλικά
Μετάφραση: ταυτόχρονος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
simultané, simultanée, simultanément, simultanées, simultanés
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονος
ταυτόχρονος θηλασμός, ταυτόχρονος αγγλικά, ταυτόχρονος δημόσιος θηλασμός 2012, ταυτόχρονος θηλασμός 2012, ταυτόχρονοσ προγραμματισμόσ, ταυτόχρονος λεξικό γλώσσας γαλλικά, ταυτόχρονος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ταυτότητα στα γαλλικά - reconnaissance, identité, repérage, identification, une identité, l'identité, ayant une identité
- ταυτόχρονα στα γαλλικά - parallèlement, simultanément, ensemble, même temps, en même temps, fois, la fois
- ταφή στα γαλλικά - enterrement, obsèques, sépulture, inhumation, enfouissement, l'enterrement
- ταφόπετρα στα γαλλικά - tombe, pierre tombale, tombale, gravestone, la pierre tombale
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: simultané, simultanée, simultanément, simultanées, simultanés
Μεταφράσεις: simultané, simultanée, simultanément, simultanées, simultanés