Ταυτόχρονος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ταυτόχρονος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samtímis, samtíma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονος
ταυτόχρονος θηλασμός, ταυτόχρονος αγγλικά, ταυτόχρονος δημόσιος θηλασμός 2012, ταυτόχρονος θηλασμός 2012, ταυτόχρονοσ προγραμματισμόσ, ταυτόχρονος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ταυτόχρονος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ταυτότητα στα ισλανδικά - sjálfsmynd, auðkenni, kennimark, deili, uppruni
- ταυτόχρονα στα ισλανδικά - samtímis, sama tíma, á sama tíma, jafnframt, einu
- ταφή στα ισλανδικά - greftrun, greftrunar, grafar, urðun, Burial
- ταφόπετρα στα ισλανδικά - legsteinn, gravestone
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: samtímis, samtíma
Μεταφράσεις: samtímis, samtíma