Ευπάθεια στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ευπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
уязвимост, Уязвимостта, на уязвимостта, уязвимости, Vulnerability
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευπάθεια
ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, ευπάθεια ορισμός, ευπάθεια συνώνυμα, κοινωνική ευπάθεια, ευπάθεια συνώνυμο, ευπάθεια λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ευπάθεια στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ευνοώ στα βουλγαρικά - полза, благоприятства, благоприятстват, облагодетелства, облагодетелстват
- ευοίωνος στα βουλγαρικά - щастлив, благоприятен, благоприятна, благоприятното, успешен
- ευπαθής στα βουλγαρικά - крехък, немощен, крехко, крехка, крехко здраве
- ευπαρουσίαστος στα βουλγαρικά - представителен, хубав, представителен мъж
Τυχαίες λέξεις
Ευπάθεια στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: уязвимост, Уязвимостта, на уязвимостта, уязвимости, Vulnerability
Μεταφράσεις: уязвимост, Уязвимостта, на уязвимостта, уязвимости, Vulnerability