Ευπάθεια στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ευπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўразлівасць, Уразлівасць, слабасць, Прыступнасьць, Малаабароненасць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευπάθεια
ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, ευπάθεια ορισμός, ευπάθεια συνώνυμα, κοινωνική ευπάθεια, ευπάθεια συνώνυμο, ευπάθεια λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ευπάθεια στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ευνοώ στα λευκορωσικά - спрыяць, паспрыяе, нават паспрыяе
- ευοίωνος στα λευκορωσικά - спрыяльны
- ευπαθής στα λευκορωσικά - далікатны, крохкі, кволы
- ευπαρουσίαστος στα λευκορωσικά - прадстаўнічы, прэзентабельны, прадстаўнічае
Τυχαίες λέξεις
Ευπάθεια στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўразлівасць, Уразлівасць, слабасць, Прыступнасьць, Малаабароненасць
Μεταφράσεις: ўразлівасць, Уразлівасць, слабасць, Прыступнасьць, Малаабароненасць