Ευπάθεια στα σλοβενικά
Μετάφραση: ευπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ranljivost, ranljivosti, občutljivost, ogroženosti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευπάθεια
ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, ευπάθεια ορισμός, ευπάθεια συνώνυμα, κοινωνική ευπάθεια, ευπάθεια συνώνυμο, ευπάθεια λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ευπάθεια στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ευνοώ στα σλοβενικά - prednost, prednosti, dajejo prednost, daje prednost, naklonjena
- ευοίωνος στα σλοβενικά - Ugoden, auspicious
- ευπαθής στα σλοβενικά - slabotnih, slabotni, nebogljena, slabotna
- ευπαρουσίαστος στα σλοβενικά - čeden, Naočit, občutek pripadnosti, oseben
Τυχαίες λέξεις
Ευπάθεια στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: ranljivost, ranljivosti, občutljivost, ogroženosti
Μεταφράσεις: ranljivost, ranljivosti, občutljivost, ogroženosti