Ευπάθεια στα εσθονικά
Μετάφραση: ευπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tundlikkus, vastuvõtlikkus, haavatavus, haavatavust, haavatavuse, Vulnerability, kaitsetust
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευπάθεια
ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, ευπάθεια ορισμός, ευπάθεια συνώνυμα, κοινωνική ευπάθεια, ευπάθεια συνώνυμο, ευπάθεια λεξικό γλώσσας εσθονικά, ευπάθεια στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ευνοώ στα εσθονικά - teene, heategu, austama, soodustama, eelistama, pooldama, soosivad, ...
- ευοίωνος στα εσθονικά - heaendeline, hea, paljutõotav, Soodne, Hyväenteinen, õnnelikuma
- ευπαθής στα εσθονικά - aldis, järeleandlik, põdurate, habras, nõrgestatud organismiga, nõrk
- ευπαρουσίαστος στα εσθονικά - personable, heakodanlik, Hauskan, Hauskan arvatav
Τυχαίες λέξεις
Ευπάθεια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tundlikkus, vastuvõtlikkus, haavatavus, haavatavust, haavatavuse, Vulnerability, kaitsetust
Μεταφράσεις: tundlikkus, vastuvõtlikkus, haavatavus, haavatavust, haavatavuse, Vulnerability, kaitsetust