Ευπάθεια στα λετονικά
Μετάφραση: ευπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ievainojamība, Neaizsargātības, neaizsargātību, ievainojamību, neaizsargātība
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευπάθεια
ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, ευπάθεια ορισμός, ευπάθεια συνώνυμα, κοινωνική ευπάθεια, ευπάθεια συνώνυμο, ευπάθεια λεξικό γλώσσας λετονικά, ευπάθεια στα λετονικά
Μεταφράσεις
- ευνοώ στα λετονικά - atbalstīt, sekmēt, veicināt, priekšroku, labu
- ευοίωνος στα λετονικά - labvēlīgs, auspicious, svētīga, svētīgā, svētīgs
- ευπαθής στα λετονικά - vārīgs, nestiprs, slimīgi, slimīgu, vārgi
- ευπαρουσίαστος στα λετονικά - pievilcīgs
Τυχαίες λέξεις
Ευπάθεια στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: ievainojamība, Neaizsargātības, neaizsargātību, ievainojamību, neaizsargātība
Μεταφράσεις: ievainojamība, Neaizsargātības, neaizsargātību, ievainojamību, neaizsargātība