Κολακευτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
низкопоклоннически, хвалебствен, ласкателен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακευτικός
κολακευτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κολακευτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κολέγιο στα βουλγαρικά - колеж, колежа, College, колегия
- κολίγας στα βουλγαρικά - crofters
- κολακεύω στα βουλγαρικά - умилкване, Бларни, Blarney, лаская, ласкателство
- κολασμένος στα βουλγαρικά - проклет, проклета, проклето, проклетата, проклетия
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: низкопоклоннически, хвалебствен, ласкателен
Μεταφράσεις: низкопоклоннически, хвалебствен, ласкателен