Κολακευτικός στα ιταλικά

Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adulatory, adulatorio, adulatore, adulatrice, adulatoria
Κολακευτικός στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολακευτικός

κολακευτικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, κολακευτικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κολέγιο στα ιταλικά - collegio, college, università, universitario, di college
  • κολίγας στα ιταλικά - affittuario, inquilino, noleggiatore, Crofters, a Crofters, di Crofters
  • κολακεύω στα ιταλικά - blandire, adulare, lusingare, adulazione, Blarney, di Blarney, a Blarney, ...
  • κολασμένος στα ιταλικά - maledetto, dannato, maledettamente, dannati, dannata
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: adulatory, adulatorio, adulatore, adulatrice, adulatoria