Κολακευτικός στα φινλανδικά

Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
imelä, liehakoivalla, adulatory, liehakoivalla tavallaan
Κολακευτικός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολακευτικός

κολακευτικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, κολακευτικός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • κολέγιο στα φινλανδικά - korkeakoulu, college, yliopisto, kotipaikkakunta, kollegion
  • κολίγας στα φινλανδικά - asukas, vuokralainen, vuokraaja, torpparit, torpparien, käsityöläistupia, torpparille, ...
  • κολακεύω στα φινλανδικά - liehitellä, liehakoida, imarrella, mielistellä, makeilla, Blarney, mairittelu, ...
  • κολασμένος στα φινλανδικά - kirottu, Damned, pirun, kirottujen, kirotun
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: imelä, liehakoivalla, adulatory, liehakoivalla tavallaan