Κολακευτικός στα πολωνικά
Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pochlebczy, pochlebny
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακευτικός
κολακευτικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, κολακευτικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κολέγιο στα πολωνικά - akademia, kolegium, gimnazjum, uczelnia, college, pomaturalne, uczelni
- κολίγας στα πολωνικά - lokator, najemca, dzierżawca, dzierżawić, wynajemca, dzierżawców, dzierżawcy, ...
- κολακεύω στα πολωνικά - pochlebiać, schlebiać, przypochlebiać, połechtać, kadzić, kadzenie, pochlebstwo, ...
- κολασμένος στα πολωνικά - cholerny, przeklęty, cholernie, potępionych, przeklęta
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pochlebczy, pochlebny
Μεταφράσεις: pochlebczy, pochlebny