Κολακευτικός στα ρουμανικά

Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
adulator, lingușitor
Κολακευτικός στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολακευτικός

κολακευτικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κολακευτικός στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • κολέγιο στα ρουμανικά - colegiu, facultate, colegiului, de colegiu, colegiul
  • κολίγας στα ρουμανικά - arendaş, micii arendași
  • κολακεύω στα ρουμανικά - flata, vorbe mieroase, Blarney, seduce prin vorbe lingușitoare, vorbe lingușitoare, adula
  • κολασμένος στα ρουμανικά - blestemat, al naibii, al naibii de, naibii, naibii de
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: adulator, lingușitor