Κολακευτικός στα τσεχικά
Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lichotný, lichotivý, lichotnický
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακευτικός
κολακευτικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, κολακευτικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- κολέγιο στα τσεχικά - kolegium, akademie, kolej, univerzitní, univerzita, vysoká škola, škola, ...
- κολίγας στα τσεχικά - pachtýř, majitel, nájemník, pronajmout, nájemce, Crofters, chalupníků
- κολακεύω στα τσεχικά - podkuřovat, lahodit, lichotit, pochlebovat, pochlebování, Blarney
- κολασμένος στα τσεχικά - prokletý, zatracený, zatraceně, zatracená, damned, zatracené
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: lichotný, lichotivý, lichotnický
Μεταφράσεις: lichotný, lichotivý, lichotnický