Κολακευτικός στα τούρκικα
Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yaranmaya çalışan, yalaka, dalkavuk, yaltakçı, yaranmaya
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακευτικός
κολακευτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, κολακευτικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κολέγιο στα τούρκικα - üniversite, kolej, yüksekokul, okul, college
- κολίγας στα τούρκικα - kiracı, crofters, The Crofters
- κολακεύω στα τούρκικα - pohpohlamak, yağcılık, Blarney, the blarney, dalkavukluk, yaltaklanma
- κολασμένος στα τούρκικα - lanetli, kahrolası, lanetlenmiş, lanet olası, Allah'ın belâsı
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yaranmaya çalışan, yalaka, dalkavuk, yaltakçı, yaranmaya
Μεταφράσεις: yaranmaya çalışan, yalaka, dalkavuk, yaltakçı, yaranmaya