Καθυστέρηση στα λατινικά
Μετάφραση: καθυστέρηση, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
mora
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθυστέρηση
καθυστέρηση περιόδου λόγω αντιβίωσης, καθυστέρηση 4 ημερών, καθυστέρηση 10 ημερών, καθυστέρηση περιόδου, καθυστέρηση και αρνητικό τεστ εγκυμοσύνης, καθυστέρηση λεξικό γλώσσας λατινικά, καθυστέρηση στα λατινικά
Μεταφράσεις
- καθρέφτης στα λατινικά - speculum
- καθυστερημένος στα λατινικά - tardus
Τυχαίες λέξεις
Καθυστέρηση στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: mora
Μεταφράσεις: mora