Αδερφός στα γερμανικά
Μετάφραση: αδερφός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kumpan, bruder, kamerad, kumpel, freund, partner, Bruder, Bruders
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδερφός
αδερφός ρουβα, αδερφός κασιδιάρη, αδερφός ονειροκρίτης, αδερφός ανδρέα γεωργίου, αδερφος ή αδελφος, αδερφός λεξικό γλώσσας γερμανικά, αδερφός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αδερφή στα γερμανικά - sonderbar, seltsam, schwul, schwule, durchkreuzen, homo, fehlerverdächtig, ...
- αδερφικός στα γερμανικά - brüderlich, brüder, brüderliche, brüderlichen, brüderlicher
- αδιάβροχος στα γερμανικά - regenmantel, wasserunlöslich, wasserdicht, wasserfest, wasserdichte, wasserdichten
- αδιάθετος στα γερμανικά - unwohl, krank, unwell, Unwohlsein, sich unwohl
Τυχαίες λέξεις
Αδερφός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: kumpan, bruder, kamerad, kumpel, freund, partner, Bruder, Bruders
Μεταφράσεις: kumpan, bruder, kamerad, kumpel, freund, partner, Bruder, Bruders