Αδερφός στα ουκρανικά

Μετάφραση: αδερφός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
земляк, колега, друже-брате, пане-брате, побратим, брат, брате, брата
Αδερφός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδερφός

αδερφός ρουβα, αδερφός κασιδιάρη, αδερφός ονειροκρίτης, αδερφός ανδρέα γεωργίου, αδερφος ή αδελφος, αδερφός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αδερφός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αδερφή στα ουκρανικά - королеви, сестра, сестро
  • αδερφικός στα ουκρανικά - братерський, по, за, з, щодо, на
  • αδιάβροχος στα ουκρανικά - лейка, водонепроникний, водостійкий
  • αδιάθετος στα ουκρανικά - нездоровий, погано, хворий, нездорова, хвора
Τυχαίες λέξεις
Αδερφός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: земляк, колега, друже-брате, пане-брате, побратим, брат, брате, брата