Αδερφός στα ιταλικά
Μετάφραση: αδερφός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fratello, il fratello, fratello di, fratelli
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδερφός
αδερφός ρουβα, αδερφός κασιδιάρη, αδερφός ονειροκρίτης, αδερφός ανδρέα γεωργίου, αδερφος ή αδελφος, αδερφός λεξικό γλώσσας ιταλικά, αδερφός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αδερφή στα ιταλικά - strano, sospetto, bizzarro, sorella, la sorella, sorella di, sorellina
- αδερφικός στα ιταλικά - fraterno, fraterna, fraternamente, fratellanza, fraterni
- αδιάβροχος στα ιταλικά - impermeabile, impermeabili, impermeabile di, waterproof, impermeabilizzano
- αδιάθετος στα ιταλικά - indisposto, malessere, di malessere, unwell, poco bene
Τυχαίες λέξεις
Αδερφός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: fratello, il fratello, fratello di, fratelli
Μεταφράσεις: fratello, il fratello, fratello di, fratelli