Αδερφός στα γαλλικά

Μετάφραση: αδερφός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
partenaire, camarade, frangin, compagnon, frère, copain, collègue, le frère, frères, beau
Αδερφός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδερφός

αδερφός ρουβα, αδερφός κασιδιάρη, αδερφός ονειροκρίτης, αδερφός ανδρέα γεωργίου, αδερφος ή αδελφος, αδερφός λεξικό γλώσσας γαλλικά, αδερφός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αδερφή στα γαλλικά - homosexuel, drôle, bizarre, suspect, fantasque, singulier, étrange, ...
  • αδερφικός στα γαλλικά - fraternel, fraternelle, fraternité, fraternellement, fraternels
  • αδιάβροχος στα γαλλικά - étanche, imperméable, imperméable à l'eau, imperméables, étanches
  • αδιάθετος στα γαλλικά - insalubre, souffrant, malade, indisposé, malsain, infirme, malaise, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδερφός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: partenaire, camarade, frangin, compagnon, frère, copain, collègue, le frère, frères, beau