Διεκδίκηση στα γερμανικά

Μετάφραση: διεκδίκηση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anrecht, claim, forderung, förderrecht, anspruch, schuldforderung, recht, nach Anspruch, Ansprüche, gemäß Anspruch, Forderung
Διεκδίκηση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεκδίκηση

διεκδίκηση δεδουλευμένων, διεκδίκηση δεδουλευμένων μισθών, διεκδίκηση αμοιβής μηχανικού, διεκδίκηση γερμανικών αποζημιώσεων, διεκδίκηση γυναίκας, διεκδίκηση λεξικό γλώσσας γερμανικά, διεκδίκηση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • διεθνής στα γερμανικά - international, internationalen, internationale, internationaler, internationales
  • διεισδυτικός στα γερμανικά - stechend, durchdringend, aufdringlich, Intrusive, aufdringliche, intrusiven, aufdringlichen
  • διεκδικώ στα γερμανικά - anrecht, wortstreit, auseinandersetzung, claim, recht, schuldforderung, forderung, ...
  • διεκπεραίωση στα γερμανικά - transaktion, erledigung, abwicklung, geschäft, tätigung, durchführung, Handhabung, ...
Τυχαίες λέξεις
Διεκδίκηση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: anrecht, claim, forderung, förderrecht, anspruch, schuldforderung, recht, nach Anspruch, Ansprüche, gemäß Anspruch, Forderung