Διεκδίκηση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διεκδίκηση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
запыт, запрос
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διεκδίκηση
διεκδίκηση δεδουλευμένων, διεκδίκηση δεδουλευμένων μισθών, διεκδίκηση αμοιβής μηχανικού, διεκδίκηση γερμανικών αποζημιώσεων, διεκδίκηση γυναίκας, διεκδίκηση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διεκδίκηση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διεθνής στα λευκορωσικά - міжнародны, міжнародным
- διεισδυτικός στα λευκορωσικά - дакучлівы, раз'ядае, раз'ядае той, неадчэпны
- διεκδικώ στα λευκορωσικά - сцвярджаць, сьцьвярджаць, зацвярджаць
- διεκπεραίωση στα λευκορωσικά - апрацоўка, апрацо ¢ ка, апрацоўкі, апрацо
Τυχαίες λέξεις
Διεκδίκηση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: запыт, запрос
Μεταφράσεις: запыт, запрос