Διθυραμβικός στα γερμανικά
Μετάφραση: διθυραμβικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dithyrambischen, dithyrambische, dithyrambic, dithyrambisch, dithyrambischer
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διθυραμβικός
διθυραμβικός λεξικο, διθυραμβικός σημασια, διθυραμβικός χορός, διθυραμβικός ετυμολογια, διθυραμβικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, διθυραμβικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- διηγούμαι στα γερμανικά - befehlen, unterscheiden, anordnen, differenzieren, erzählen, sagen, rezitieren, ...
- διηθώ στα γερμανικά - filtertüte, filter, verdehnung, dehnung, verzerrung, strapaze, anspannung, ...
- δικάζω στα γερμανικά - beurteilen, urteilen, sachverständiger, jurist, sachverständige, zuerkennen, richter, ...
- δικαίωμα στα γερμανικά - korrekt, gleich, genau, berechtigung, wiedergutmachen, richtig, korrigieren, ...
Τυχαίες λέξεις
Διθυραμβικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: dithyrambischen, dithyrambische, dithyrambic, dithyrambisch, dithyrambischer
Μεταφράσεις: dithyrambischen, dithyrambische, dithyrambic, dithyrambisch, dithyrambischer