Διθυραμβικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διθυραμβικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дифирамбический
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διθυραμβικός
διθυραμβικός λεξικο, διθυραμβικός σημασια, διθυραμβικός χορός, διθυραμβικός ετυμολογια, διθυραμβικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διθυραμβικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διηγούμαι στα λευκορωσικά - насiць, казаць, дэкламаваць, чытаць, дэкламавала, дэкламавала далей тое самае
- διηθώ στα λευκορωσικά - пранікаць
- δικάζω στα λευκορωσικά - суддзя, судзьдзя
- δικαίωμα στα λευκορωσικά - добра, права
Τυχαίες λέξεις
Διθυραμβικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дифирамбический
Μεταφράσεις: дифирамбический