Διθυραμβικός στα ιταλικά

Μετάφραση: διθυραμβικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
delirare, farneticare, vaneggiare, ditirambico, dithyrambic, ditirambica, ditirambici, ditirambo
Διθυραμβικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διθυραμβικός

διθυραμβικός λεξικο, διθυραμβικός σημασια, διθυραμβικός χορός, διθυραμβικός ετυμολογια, διθυραμβικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, διθυραμβικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διηγούμαι στα ιταλικά - dire, ordinare, narrare, raccontare, comandare, recitare, recita, ...
  • διηθώ στα ιταλικά - sforzo, stirpe, sforzare, fatica, razza, tensione, aggravio, ...
  • δικάζω στα ιταλικά - stimare, giudice, ritenere, decidere, giudicare, arbitro, giudice di, ...
  • δικαίωμα στα ιταλικά - destra, esatto, diritto, giusto, doveroso, retto, esattamente, ...
Τυχαίες λέξεις
Διθυραμβικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: delirare, farneticare, vaneggiare, ditirambico, dithyrambic, ditirambica, ditirambici, ditirambo