Διθυραμβικός στα δανικά
Μετάφραση: διθυραμβικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dityrambisk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διθυραμβικός
διθυραμβικός λεξικο, διθυραμβικός σημασια, διθυραμβικός χορός, διθυραμβικός ετυμολογια, διθυραμβικός λεξικό γλώσσας δανικά, διθυραμβικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- διηγούμαι στα δανικά - sige, fortælle, recitere, reciterer, fremsige, citere, at recitere
- διηθώ στα δανικά - infiltrere, at infiltrere, infiltrerer, trænge, trænge ind
- δικάζω στα δανικά - vurdere, dommer, dømme, dommeren, dommerens
- δικαίωμα στα δανικά - rigtig, ret, korrekt, lige, rette, højre, rigtige, ...
Τυχαίες λέξεις
Διθυραμβικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dityrambisk
Μεταφράσεις: dityrambisk