Διθυραμβικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: διθυραμβικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dithyrambic
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διθυραμβικός
διθυραμβικός λεξικο, διθυραμβικός σημασια, διθυραμβικός χορός, διθυραμβικός ετυμολογια, διθυραμβικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διθυραμβικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- διηγούμαι στα νορβηγικά - befale, si, berette, deklamere, resitere, lese, fremsi, ...
- διηθώ στα νορβηγικά - filter, belastning, rase, infiltrere, infiltrerer, å infiltrere
- δικάζω στα νορβηγικά - dommer, dommeren, dømme, bedømme
- δικαίωμα στα νορβηγικά - rett, riktig, rettighet, høyre, akkurat, riktig måte
Τυχαίες λέξεις
Διθυραμβικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: dithyrambic
Μεταφράσεις: dithyrambic