Εννέα στα γερμανικά

Μετάφραση: εννέα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
neun
Εννέα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εννέα

εννέα σκυλιά μπιγκλ πατούν γρασίδι και βλέπουν τον ήλιο - για πρώτη φορά, εννέα μούσες, εννέα όγδοα, εννέα όγδοα 9/8 live, εννέα βασίλισσες, εννέα λεξικό γλώσσας γερμανικά, εννέα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ενισχυτής στα γερμανικά - verstärker, Verstärker, Verstärkers
  • ενισχύω στα γερμανικά - erhöhen, zurück, heck, wagenfond, kehrseite, rücken, rucken, ...
  • εννοώ στα γερμανικά - mittelwert, effektivwert, mittel, vorhaben, mittlere, geizig, beabsichtigen, ...
  • ενοίκιο στα γερμανικά - zerrissen, zerfleischen, pachtzins, vermieten, wohnungsmiete, mieten, pacht, ...
Τυχαίες λέξεις
Εννέα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: neun