Εννέα στα ρουμανικά
Μετάφραση: εννέα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
nouă, noua, de nouă, și nouă, nouă de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εννέα
εννέα σκυλιά μπιγκλ πατούν γρασίδι και βλέπουν τον ήλιο - για πρώτη φορά, εννέα μούσες, εννέα όγδοα, εννέα όγδοα 9/8 live, εννέα βασίλισσες, εννέα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εννέα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ενισχυτής στα ρουμανικά - amplificator, amplificator de, amplificatorul, amplificatorului, amplificare
- ενισχύω στα ρουμανικά - dos, consolida, spate, spinare, reenforce
- εννοώ στα ρουμανικά - medie, semna, înseamnă, însemna, spun, inseamna
- ενοίκιο στα ρουμανικά - chirie, inchiriat, inchiriere, închiriat, chiria
Τυχαίες λέξεις
Εννέα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: nouă, noua, de nouă, și nouă, nouă de
Μεταφράσεις: nouă, noua, de nouă, și nouă, nouă de